Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2015

Στη Σμύρνη και στο Αϊβαλί


image
Στη Σμύρνη και στο Αϊβαλί
Και σ’ όλη την ανατολή
Δεν είχε τύχει ν' ακουστεί τέτοιο κακό
Τέτοιο κακό και να γραφτεί

Είδα μαχαίρι και φωτιά
Κι είδα παλάτια και γυφτιά
Μα πολιτείες και χωριά
να ξεψυχούν πρώτη φορά


Είδα κι αγάπες και ντροπές
Να σβήνουνε σαν αστραπές
Είδα κι ανθρώπους δίχως νου γι' άλλους να κλαιν
Κι άλλους να κλαιν και να πονούν
 Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου
Μουσική: Δήμος Μούτσης
Ερμηνεία: Δημήτρης Μητροπάνος και Πετρή Σαλπέα Εδώ το video


Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2015

Ο δίσκος "Μικρά Ασία"

Ο δίσκος "Μικρά Ασία" 

Το 1972, μισό αιώνα μετά την τραγωδία της Μικρασιατικής καταστροφής, κυκλοφόρησε ο δίσκος "Μικρά Ασία". Είναι ένας δίσκος-τομή στη νεότερη ελληνική δισκογραφία. Με θέμα  τον πόνο,τον ξεριζωμό,την οδύνη που προκάλεσε στον Ελληνισμό αυτό το εφιαλτικής διάστασης ιστορικό γεγονός.
Η μουσική είναι του μεγάλου λαϊκού συνθέτη Αποστόλου Καλδάρα, οι στίχοι του Πυθαγόρα.Ο Γιώργος Νταλάρας και η πρωτοεμφανιζόμενη τότε στη δισκογραφία Χάρις Αλεξίου ερμήνευσαν πολύ όμορφα τα σπουδαία αυτά τραγούδια,κάποια από τα οποία είναι γνωστά και σήμερα. 
Πατώντας την εικόνα μπορείτε να τους απολαύσετε:




ΙΩΝΙΚΟΝ ΚΑΒΑΦΗΣ

ΙΩΝΙΚΟΝ ΚΑΒΑΦΗΣ
Γιατί τα σπάσαμε τ’ αγάλματά των,
γιατί τους διώξαμεν απ’ τους ναούς των,
διόλου δεν πέθαναν γι’ αυτό οι θεοί.
Ω γη της Ιωνίας, σένα αγαπούν ακόμη,
σένα η ψυχές των ενθυμούνται ακόμη.
Σαν ξημερώνει επάνω σου πρωί αυγουστιάτικο
την ατμοσφαίρα σου περνά σφρίγος απ’ την ζωή των·
και κάποτ’ αιθερία εφηβική μορφή,
αόριστη, με διάβα γρήγορο,
επάνω από τους λόφους σου περνά. 

Οδυσσέας Ελύτης -"Μικρή Πράσινη Θάλασσα "

Μικρή Πράσινη Θάλασσα
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Πού θά 'θελα νά σέ υἱοθετήσω
Νά σέ στείλω σχολεῖο στήν Ἰωνία
Νά μάθεις μανταρίνι καί ἄψινθο1
5Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Στό πυργάκι τοῦ φάρου τό καταμεσήμερο
Νά γυρίσεις τόν ἥλιο καί ν' ἀκούσεις
Πῶς ἡ μοίρα ξεγίνεται καί πῶς
Ἀπό λόφο σέ λόφο συνεννοοῦνται



Ἀνατολή

Γιαννιώτικα, σμυρνιώτικα, πολίτικα,
μακρόσυρτα τραγούδια ἀνατολίτικα,
λυπητερά,
πῶς ἡ ψυχή μου σέρνεται μαζί σας!
Εἶναι χυμένη ἀπὸ τὴ μουσική σας
καὶ πάει μὲ τὰ δικά σας τὰ φτερά.
Σᾶς γέννησε καὶ μέσα σας μιλάει
καὶ βογγάει καὶ βαριὰ μοσκοβολάει
μία μάννα· καίει τὸ λάγνο της φιλί,
κ᾿ εἶναι τῆς Μοίρας λάτρισσα καὶ τρέμει,                                Απαγγέλει ο Κωστής Παλαμάς
ψυχὴ ὅλη σάρκα, σκλάβα σὲ χαρέμι,
ἡ λαγγεμένη Ἀνατολή.
Μέσα σας κλαίει τὸ μαῦρο φτωχολόι,
κι ὅλο σας, κ᾿ η χαρά σας, μοιρολόι
πικρὸ κι ἀργό.
Μαῦρος, φτωχὸς καὶ σκλάβος καὶ ἀκαμάτης,
στενόκαρδος, ἀδούλευτος, διαβάτης
μ᾿ ἐσᾶς κ᾿ ἐγώ.                                                      

Πέργαμος

Ο Βωμός του Δία και της Αθηνάς στο Μουσείο Περγάμου,Βερολίνο.

Ο βωμός της Περγάμου (181-159 π.Χ.) αποτελεί ίσως το περισσότερο ακέραια σωζόμενο γλυπτό σύνολο της Ελληνιστικής περιόδου. Η κατασκευή του έργου ξεκίνησε μετά τις νίκες του Ευμένη επί του Πόντου και της Βιθυνίας και την καθιέρωση της γιορτής των Νικηφορίων.

Ελένη Γ.Σεφέρης

ΤΕΥΚΡΟΣ ... ες γην εναλίαν Κύπρον ου μ' εθέσπισεν
οικείν Απόλλων, όνομα νησιωτικόν
Σαλαμίνα θέμενον της εκεί χάριν πάτρας.
..............................................................
ΕΛΕΝΗΟυκ ήλθον ες γην Τρωάδ' , αλλ' είδωλον ήν.
.............................................................
ΑΓΓΕΛΟΣ: Τι φής;
Νεφέλης άρ' άλλως είχομεν πόνους πέρι;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, ΕΛΕΝΗ (σχολ. 1)


"Τ' αηδόνια δε σ' αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες''. (σχολ.2)


Αηδόνι ντροπαλό, μες στον ανασασμό των φύλλων,
σύ που δωρίζεις τη μουσική δροσιά του δάσους
στα χωρισμένα σώματα και στις ψυχές
αυτών που ξέρουν πως δε θα γυρίσουν.                               5
Τυφλή φωνή, που ψηλαφείς μέσα στη νυχτωμένη μνήμη
βήματα και χειρονομίεςδε θα τολμούσα να πω φιλήματα.
και το πικρό τρικύμισμα της ξαγριεμένης σκλάβας.


"Τ' αηδόνια δε σ' αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες".


Ποιες είναι οι Πλάτρες; Ποιος το γνωρίζει τούτο το νησί;          10
Έζησα τη ζωή μου ακούγοντας ονόματα πρωτάκουστα:
καινούργιους τόπους, καινούργιες τρέλες των ανθρώπων
ή των θεών.
η μοίρα μου που κυματίζει
και μιαν άλλη Σαλαμίνα                                                      15
μ' έφερε εδώ σ' αυτό το γυρογιάλι.
σκέπασε τ' άστρα του Τοξότη, τώρα πάει να 'βρει
την καρδιά του Σκορπιού, κι όλα τ' αλλάζει.
Πού είναι η αλήθεια;                                                          20
Ήμουν κι εγώ στον πόλεμο τοξότης.
το ριζικό μου, ενός ανθρώπου που ξαστόχησε.

Το Ποίημα "Φωτογραφίες απ'τη Μικρά Ασία " Καίτη Κοκκινοπούλου Ευστρατιάδου

Φωτογραφίες απ’ τη Μικρά Ασία

Μια συλλογή φωτογραφιών από τα περασμένα,
με ξέθωρα τα πρόσωπα, χαρτιά κιτρινισμένα,
έφεραν ‘μπρος μου εποχές και χρόνους νοσταλγίας,
ενός ακμαίου Ελληνισμού Θράκης και Μικρασίας.
Ανάγκη επιτακτική νοιώθοντας μ’ απληστία
στις ρίζες του Ελληνισμού να κάνω ιχνηλασία,
χέρι απαλά ανέσυρε της μνήμης την αυλαία
κι’ ευθύς με τους προγόνους μου βρεθήκαμε παρέα.

Φόρεσα τις γαλότσες μου, σκάλες να μη λερώσω
και τα καλά παπούτσια μου απ’ τις λάσπες να γλυτώσω.
Πήρα και τ’ αδιάβροχο, ομπρέλα και καπέλο
γιατί αν βρέξει ξαφνικά, θα μου βραχεί το βέλο.

Μια μουσική αόρατη, με ούτι και σαντούρι,
συνόδευε τα βήματα απ’ το κλειστό παντζούρι,
σε καλντερίμια και στενά, δρόμους λιθοστρωμένους,
απ’ την πολλή τη χρήση τους λίγο γυαλισμένους.

Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2015

Πως γιόρταζαν "τα Φώτα στο Αϊβαλί" του Φώτη Κόντογλου

Από το βιβλίο του συγγραφέα «Το Αϊβαλί η πατρίδα μου» ,Φώτη Κόντογλου, βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών.
 «…Στα θαλασσινά τα μέρη ρίχνουνε τον Σταυρό, ύστερ’ από τη Λειτουργία των Θεοφανείων. Έτσι τον ρίχνανε καί στην πατρίδα μου, κ’ ήτανε ένα θέαμα έμορφο και παράξενο... 
Ξεκινούσε η συνοδεία από τη Μητρόπολη.
Μπροστά πηγαίνανε τα ξαφτέρουγα και τα μπαϊράκια, κ’ ύστερα πηγαίνανε οι παπάδες με τον δεσπότη, ντυμένοι με τα χρυσά τα άμφια, παπάδες πολλοί κι αρχιμαντρίτες, γιατί η πολιτεία είχε δώδεκα εκκλησίες, και κατά τις επίσημες μέρες στις μικρές ενορίες τελειώνανε γλήγορα τη Λειτουρ­γία και πηγαίνανε οι παπάδες στη μητρόπολη, για να γίνεται η γιορ­τή πιο επίσημη.
Οι ψαλτάδες ήτανε και κείνοι κάμποσοι κ’ οι πιο καλλίφωνοι, και ψέλνανε με μεγαλοπρέπεια βυζαντινά, δηλαδή ελ­ληνικά, κι όχι σαν σήμερα πού τρελλαθήκαμε και κάναμε την ψαλ­μωδία μας σαν ανάλατα και ξενικά θεατρικά τραγούδια. Από πίσω ακολουθούσε λαός πολύς.

 Σαν φτάνανε στ’ Αγγελή τον Γιαλό, όπως λέγανε κείνη την ακρογιαλιά, ο δεσπότης με τους παπάδες ανεβαίνανε σε μια μεγάλη σανιδωτή σάγια εμορφοσκαρωμένη, για να κάνουνε τον Αγιασμό,

Ο κόσμος έπιανε την ακρογιαλιά κι ανέβαινε ο καθένας όπου εύρισκε, για να μπορεί να βλέπει. Τα σπίτια πού ήτανε ένα γύρο γεμίζανε κόσμο. Οι γυναίκες θυμιάζανε από τα παραθύρια. Από το μέρος της θάλασσας ήτανε μαζεμένα ίσαμε 100 καΐκια και βάρκες αμέτρητες, με τις πλώρες γυρισμένες κατά το μέρος πού στεκότανε ο δεσπότης.
Έτσι πού ήτανε παραταγμένα τα καΐ­κια, μοιάζανε σαν αρμάδα πού θα κάνει πόλεμο.

 Πιο ανοιχτά, κατά το πέλαγο, έβλεπες φουνταρισμένα τα μεγάλα καΐκια, γεμάτα κόσμο και κείνα. Άλλα πάλι είχανε περιζωσμένες τις βάρκες πού βρισκόντανε γιαλό, κ’ ήτανε κι αυτά γεμάτα κόσμο, προ πάντων θαλασσινοί και παιδομάνι.
  Σ’ αυτά τα μέρη κάνει πολύ κρύο, και τις πιο πολλές φορές οι αντένες των καραβιών ήτανε χιονισμένες, ένα θέαμα πολύ έμορφο. Απάνου στα ξάρτια και στις σκαλιέρες, στις γάμπιες και στα μπαστούνια των καραβιών ήτανε σκαλωμένοι πλήθος θαλασσινοί, μεγάλοι και μικροί. Η θάλασσα ήτανε κοιμισμένη, μπουνάτσα.
Κρούσταλλα κρεμόντανε από τα ξάρτια σε πολλά καΐκια. Κρύο τάρταρος. Στην κάθε βάρκα από κείνες πού είχανε κοντοζυγώσει στη στε­ριά και περιμένανε να πέσει ο Σταυρός στη θάλασσα, στεκόντανε από ένα – δυο νοματέοι απάνω στην πλώρη, ενώ άλλοι δυο ήτανε στα κουπιά.
Αυτοί πού στεκόντανε ορθοί στην πλώρη, ήτανε ολόγυμνοι, εξόν ένα άσπρο βρακί πού φορούσανε σαν πεστιμάλι. Οι πιο πολλοί ήτανε σαν θεριά, χεροδύναμοι, πλαταράδες, χοντρολαίμηδες, μαλλιαρόστηθοι, τα κορμιά τους ήτανε κόκκινα από το κρύο.
Τα ποδάρια τους ήτανε γερά και φουσκωμένα σαν αδράχτια, θαλασσάνθρωποι, γεμιτζήδες, κοντραμπατζήδες, ψημένοι με τ’ αλάτι. Οι πιο πολλοί είχανε ριχμένες στις πλάτες τις γούνες τους, για να μην παγώσουνε, Ένα – δυο όμως στεκόντανε γυμνοί και κάνανε κάπου – κάπου τον σταυρό τους. Μα το μάτι τους ήτανε καρφωμένο στο μέρος πού θα ‘ριχνε τον Σταυρό ο δεσπότης.

........
Σαν σίμωνε λοιπόν η συνοδεία στη θάλασσα, κι ακουγότανε από μακριά η ψαλμωδία, γινότανε μεγάλος αλαλαγμός απάνω στις βάρκες. Οι βουτηχτάδες πετούσανε τις γούνες τους κ’ οι άλλοι τραβούσανε τα κουπιά, για να ‘ναι οι βάρκες τους κοντά στο μέρος πού θα ‘πεφτε ο Σταυρός. Άλλοι φωνάζανε από τα ξάρτια, άλλοι μαλώνανε, άλλοι ανεβαίνανε στις κουπαστές για να δούνε. Τέλος φτάνανε οι στρατιώτες και ταχτοποιούσανε τον κόσμο.